συζήτησις

συζήτησις
συζήτησις
joint inquiry
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συζητήσει — συζήτησις joint inquiry fem nom/voc/acc dual (attic epic) συζητήσεϊ , συζήτησις joint inquiry fem dat sg (epic) συζήτησις joint inquiry fem dat sg (attic ionic) συζητέω search aor subj act 3rd sg (epic) συζητέω search fut ind mid 2nd sg συζητέω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συζητήσεις — συζήτησις joint inquiry fem nom/voc pl (attic epic) συζήτησις joint inquiry fem nom/acc pl (attic) συζητέω search aor subj act 2nd sg (epic) συζητέω search fut ind act 2nd sg συζητέω search aor subj act 2nd sg (epic) συζητέω search fut ind act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συζητήσεσι — συζήτησις joint inquiry fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συζήτησιν — συζήτησις joint inquiry fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευέφοδος — εὐέφοδος, ον (Α) 1. (για τόπους) αυτός στον οποίο εύκολα μπορεί να γίνει έφοδος 2. αυτός που διευθύνεται εύκολα («εὐέφοδος συζήτησις», Σέξτ. Εμπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + επίθ. έφ οδος «εκείνος στον οποίο υπάρχει πρόσβαση» (< επί + οδός)] …   Dictionary of Greek

  • συζήτηση — η / συζήτησις, ήσεως, ΝΜΑ [συζητῶ] 1. ανταλλαγή γνωμών πάνω σε ένα ζήτημα, η από κοινού εξέταση ενός θέματος μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων για την επίλυσή του 2. ζωηρός διάλογος, αντιλογία (α. «πολλῆς δὲ συζητήσεως γενομένης ἀναστὰς Πέτρος… …   Dictionary of Greek

  • συζητήσεων — συζητήσεω̆ν , συζήτησις joint inquiry fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συζητήσεως — συζητήσεω̆ς , συζήτησις joint inquiry fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”